Τα πράγματα αλλάζουν σιγά-σιγά

Απόσπασμα από κύκλο αφήγησης με θέμα το περιβάλλον
Εγώ ήρθα στο Κρυονέρι το 1981. Μεγάλωσα σε ένα χωριό της Πάτρας. Όταν ήμουν 5 χρονών, ο πατέρας μου αποφάσισε να φτιάξει ένα δωμάτιο σπίτι. Γιατί το σπίτι που μέναμε ήταν από καλάμια. Αποφάσισε, λοιπόν, να φτιάξει αυτό το δωμάτιο. Τότε δεν υπήρχαν αυτοκίνητα. Μας έφερναν το αμμοχάλικο με κάρα. Η εικόνα που μου έχει μείνει βαθιά χαραγμένη στο μυαλό είναι οι ρόδες του κάρου να βούλιαζαν στη λάσπη και το άλογο να γονατίζει. Σήμερα βλέπω, όταν πάω στο χωριό, να μου έχουν αφήσει ένα δρομάκι για το σπίτι μου και να μην μπορώ να βγάλω το αυτοκίνητο παρά μόνο με την όπισθεν. Εγώ, που ήμουν ο πρώτος κάτοικος! Με πειράζουν λοιπόν, και εμένα πολλά πράγματα όταν πάω στο χωριό μου. Για αυτό και δεν κακίζω τους ντόπιους στο Κρυονέρι που βλέπουν έτσι εμάς τους νεότερους κατοίκους. Όταν ήρθαν εδώ αυτοί οι άνθρωποι ο τόπος ήταν πράγματι σε άγρια κατάσταση. Ξεριζώθηκαν από τον τόπο τους, ήρθαν εδώ εξαθλιωμένοι και βρήκαν μια νέα πατρίδα. Οι περισσότεροι ζούσαν από τα χωράφια. Και τον τόπο αυτόν σήμερα τον θεωρούν ενδόμυχα δικό τους. Και αυτήν την νοοτροπία την έχουν περάσει και στη νέα γενιά. Ακόμα και εμένα που είμαι τόσα χρόνια εδώ, τα μικρά παιδιά στην ποδοσφαιρική ομάδα με βλέπουν ως «ξένο». Αυτό θα αλλάξει σιγά-σιγά.