Ήρθα εδώ για να φτιάξω το όνειρό μου και θα μείνω...

Απόσπασμα από κύκλο αφήγησης με θέμα το περιβάλλον
Όταν ο γιος μου πήγαινε στο γυμνάσιο, είχε τρέλα με το ποδόσφαιρο. Πήγε λοιπόν και γράφτηκε στην τοπική ομάδα. Ξαφνικά κάποια στιγμή, ξέκοψε από μόνος του. Μας ζήταγε να τον γράψουμε στις ακαδημίες του Δομάζου. Εμένα μου έκανε εντύπωση αυτό και τον ρώτησα: «Καλά, εσύ τρελαινόσουνα με την ομάδα, γιατί τώρα δεν θες να πας;». Μιλώντας με κάποιους φίλους του, έμαθα πως την τοπική ομάδα προηγούνταν να παίξουν όσοι ήταν από το χωριό, δηλαδή τα παιδιά των «ντόπιων». Ο «ξένος», ακόμα και αν ήταν καλύτερος, δεν θα έμπαινε να παίξει. Και αυτό γιατί κάποιοι από τους ντόπιους γονείς πιέζανε να μπουν να παίξουν τα παιδιά τους οπωσδήποτε. Έτσι, οι υπεύθυνοι αφήναν τα άλλα παιδιά έξω, με την πρόφαση πως «δεν ήρθες στην τάδε προπόνηση». Αυτό ήταν που έκανε τον γιο μου να φύγει. Εγώ δεν μπορώ να την δικαιολογήσω αυτήν την νοοτροπία. Εμείς το Κρυονέρι το επιλέξαμε, δεν μας έδωσε κανένας ένα κομμάτι γης εδώ. Το επιλέξαμε γιατί είδαμε τις καλύτερες συνθήκες ζωής σε σχέση με την Αθήνα και είπαμε να πάμε λίγο παραπέρα. Δεν ξέραμε, όμως τα προβλήματα τότε…Εδώ φτιάξαμε το σπίτι μας που το πονάμε. Εγώ παρότι είχα την ατυχία όταν ήρθα να περάσουν οι κολώνες της ΔΕΗ και να με θίξουνε άμεσα, λέω πως ακόμα και να μου πούνε σου δίνουμε 200 εκατομμύρια να πάρεις ένα άλλο σπίτι, εμένα εδώ είναι το όνειρό μου, ήρθα να φτιάξω το όνειρό μου, είναι ο κόπος μιας ζωής και εδώ θα μείνω. Έτσι νοιώθω αυτή τη στιγμή και μακάρι να είναι έτσι. Τον πονάμε τον τόπο, τον αγαπάμε, μου αρέσει που μένω εδώ. Έχω κάνει τις επιλογές μου και σε ό,τι αφορά στον τόπο και σε ό,τι αφορά στα πρόσωπα.