Παλεύουμε ακόμα και για το αυτονόητο

Απόσπασμα από κύκλο αφήγησης με θέμα περιβάλλον
Εγώ στο Κρυονέρι αναβίωσα τα παιδικά μου χρόνια και η γυναίκα μου το χωριό της. Κάναμε παρέες, κοινές δραστηριότητες. Ωστόσο ορισμένοι χειρισμοί με πειράζουν. Φύγαμε από τα προβλήματα της Αθήνας και βρήκαμε άλλα προβλήματα εδώ. Δυστυχώς δεν λειτουργούν οι νόμοι. Όταν ήρθα στο Κρυονέρι ζήτησα από την Κοινότητα να μου δώσουν κάποιο έγγραφο με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις μου. Μου δώσανε ένα βιβλιαράκι που ανέφερε αυτά, αλλά από όσα ανέφερε δεν γίνεται τίποτα. Το 1994 έχασα τον πατέρα μου και μετέφερα εδώ τα οστά του. Το 2001 έχασα τον αδελφό μου και τον θάψαμε και αυτόν εδώ. Λέω λοιπόν, «ρε παιδιά το νεκροταφείο επεκτάθηκε λόγω νέων κατοίκων ή αύξησης της θνησιμότητας, δεν βάζουμε έναν άνθρωπο να ανάβει τα καντήλια; Να υπάρχει μια ετήσια συνδρομή για κάθε οικογενειακό τάφο;». «Α, μου λέει η κοινοτική αρχή, αν δεν έλθει σε εμένα ο πολίτης να μου πει τι θέλει ο υπάλληλος δεν θα τα ανάψει τα καντήλια». «Δηλαδή τι θα κάνετε, θα ανάβετε εσείς τα καντήλια;!;» τους ρωτάω έκπληκτος. Επειδή δηλαδή κάποιος δεν το πιστεύει, μου αφαιρεί εμένα, που το πιστεύω ή που το αισθάνομαι, το αναφαίρετο δικαίωμα να ανάβω το καντήλι; Καταλήγουμε λοιπόν πάλι στα ίδια. Να αναρωτιόμαστε για πιο πράγμα να παλέψουμε, για το αυτονόητο; Για να μπορώ να ανάβω το καντήλι;