Απόσπασμα από κύκλο αφήγησης με θέμα το περιβάλλον
Πέρυσι τον Οκτώβρη, είχαμε πάει ένα βράδυ στο μεζεδοπωλείο της πλατείας. Ξαφνικά, βλέπω το γιό μου, που δεν ήταν ούτε δύο χρονών τότε, να χασκογελάει σε ένα άλλο πιτσιρίκι στο απέναντι τραπέζι, στην άλλη γωνία και να χαιρετιούνται. Κοιτάω και βλέπω μια γυναίκα μαζί με το πιτσιρίκι. Μετά από λίγο αυτή μας πλησιάζει και με ρωτάει: «συγνώμη, μήπως πάτε στις Δροσοσταλίδες;». Απαντάω «ναι». Πιάσαμε λοιπόν μια συζήτηση για τον παιδικό σταθμό, για τα παιδιά μας κλπ. Της έδωσα το τηλέφωνα μου, αλλά δεν επικοινωνήσαμε. Μετά από λίγο καιρό, την ξανασυναντώ τυχαία στο Jumbo. Μιλάμε και μου λέει πως έχασε το κινητό της. Της ξαναδίνω το δικό μου, αλλά και πάλι δεν με πήρε. Σκέφτηκα λοιπόν πως δεν ήθελε σχέσεις, μια που ήταν παλιά Ανοιξιώτισα και θα είχε τον κύκλο της. Στο τέλος της σχολικής περιόδου την συνάντησα και πάλι στη γιορτή του παιδικού σταθμού. ‘Ήμασταν μαζί με άλλες μανάδες και πήγαμε τελικά για καφέ. Εκεί ήταν που κράτησε το τηλέφωνό μου και εγώ το δικό της. Μας προσκάλεσε στα γενέθλια του γιου της, όπως κι όλο τον παιδικό σταθμό κι ήμασταν από τους λίγους που ανταποκριθήκαμε. Εκεί καθήσαμε και μιλήσαμε και αρχίσαμε να έχουμε επαφή. Αν ήταν άλλη θα έλεγε «έλα μωρέ, δεν θέλει». Τώρα κάνουμε παρέα 2-3 φορές την εβδομάδα, και λόγω των παιδιών μας. Θα τα πάμε στο πάρκο να παίξουν, θα πάμε και για καφέ. Αντίθετα, στο γυμναστήριο θυμάμαι έλεγα «γεια» και δεν με χαιρετούσε καμία. Και κάναμε μαζί γυμναστική 2 φορές την εβδομάδα. Αν είναι δυνατόν! Να μην λες ένα γεια σε αυτήν που χτυπιέται δύο ώρες δίπλα σου. Και να σκεφτείς ότι είχα αρχίσει να την παρεξηγώ.