Απόσπασμα από κύκλο αφήγησης με θέμα το περιβάλλον
Πριν έρθω στην Άνοιξη έμενα στην Κάτω Κηφισιά. Είχε τρομερή κίνηση εκεί και αποφασίσαμε να φύγουμε, να έρθουμε πιο έξω. Ψάχνοντας την εφημερίδα βρήκαμε αρχικά ένα οικόπεδο στους Αγίους Θεοδώρους. Αλλά δεν μου άρεσε γιατί ήταν κοντά στην Εθνική Οδό. Φεύγοντας με το αυτοκίνητο, βλέπω μια ταμπέλα που έγραφε «Άγιοι Άγγελοι». Λέω «δεν πάω εδώ να δω; Ωραίο όνομα έχει!». Είδα λοιπόν αυτήν την περιοχή και την ερωτεύτηκα. Και λέω «εγώ θα πάρω οικόπεδο εδώ!». Και όντως πήραμε οικόπεδο εκεί και χτίσαμε.
Η γειτονιά δεν μπορώ να πω πως είναι αρνητική. Απλά, μας βλέπουν ως εισβολείς εμάς τους νέους και κάπου έχουν δίκιο. Οι άνθρωποι έμεναν εδώ 20-25 χρόνια, ήξερε ο ένας τον άλλο, μεγαλώσανε μαζί τα παιδιά τους. Και ξαφνικά εμφανιστήκαμε εμείς από το πουθενά να τους αλλάξουμε τον τρόπο ζωής: περισσότερα αυτοκίνητα, περισσότεροι άνθρωποι, τους ενοχλήσαμε. Βέβαια, έχουμε ένα πλεονέκτημα εκεί που μένω. Δεν είναι πυκνοκατοικημένη η περιοχή, δεν έχουμε πολλά αυτοκίνητα, ούτε ιδιαίτερη κίνηση.
Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορώ να πω πως οι γείτονες δεν είναι φιλικοί. Θα μπορούσα, αν ήθελα, να έχω φίλους όλη τη γειτονιά, και τα 40 σπίτια που είμαστε εκεί. Αλλά έχω και εγώ κάποιες ανοχές ως προς την κοινωνική μου ζωή. Φταίει και ο τρόπος ζωής, η έλλειψη χρόνου. Φεύγουμε το πρωί και γυρνάμε το βράδυ, γιατί δουλεύουμε. Δεν είμαστε άνθρωποι που καθόμαστε, τα παιδιά μεγάλωσαν, δεν έχουμε χρόνο να πάμε στην γειτόνισσα να πιούμε καφέ. Έχω και εγώ να φροντίσω την οικογένειά μου, να κάνω άλλες δουλειές, να δω κάποιους φίλους που μεγαλώσαμε μαζί. Αλλά αν θέλουμε, μπορούμε να έχουμε γειτονιά. Ίσως βοηθάει σε αυτό και η ιδιαιτερότητα της περιοχής. Είμαστε 20 σπίτια στον δρόμο και γνωριζόμαστε όλοι μεταξύ μας. Στη Κηφισιά δεν υπάρχει γειτονιά. Εκεί υπήρχε όντως πρόβλημα. Μιλούσα μόνο με τον διπλανό μου, τον παραδιπλανό μου δεν τον ήξερα. Ίσως γιατί ήταν όλοι νεόπλουτοι που ανέβηκαν σιγά-σιγά προς τα πάνω. Εδώ δεν αντιμετωπίσαμε τέτοιο πρόβλημα.