Απόσπασμα από κύκλο αφήγησης με θέμα το περιβάλλον
Όταν ήρθαμε εδώ δεν είχαμε ιδιαίτερες σχέσεις με κανέναν. Η μητέρα μου δούλευε, έλειπε πολύ καιρό στην επαρχία και πίστευε πως δεν την ήξερε κανένας. Μια μέρα, περνούσε μπροστά από την πλατεία με το αυτοκίνητο. Ξαφνικά, ακούει κάποιον να της φωνάζει: «Ιωάννα, το λάστιχό σου έχει σκάσει». Σταμάτησε και είδε έναν άνθρωπο που δεν τον είχε ξαναδεί ποτέ της. Του έπιασε κουβέντα και τον ρώτησε:
- Πώς ξέρετε το όνομά μου;
- Πώς δεν σε ξέρουμε, δεν είσαι η αδελφή του τάδε;
Αυτό το περιστατικό δείχνει κατά τη γνώμη μου, πως ένας λόγος που έπαψε ο κόσμος να έχει επαφή ήταν και το κουτσομπολιό. Εγώ το έχω νοιώσει στο πετσί μου. Το οποίο κουτσομπολιό θέριεψε κυρίως από τους παλιούς. Ακριβώς λόγω της μεγάλης κόντρας τους με τους νέους. Εγώ έκανα παρέα και με παιδιά ντόπια και με παιδιά που ήρθαμε από άλλες περιοχές. Όταν με έβλεπαν οι πρώτοι να μιλάω με τους δεύτερους ενοχλούνταν. «Γιατί τους μιλάς;». Και το αντίστροφο. Σαν να ήμασταν δύο ομάδες χωριστές. Άλλο αν μετά, μεγαλώνοντας, ενωθήκαμε. Αλλά υπάρχει πολύ κουτσομπολιό. Και δεν ήταν το κουτσομπολιό της γειτονιάς. Το να με κουτσομπολεύουν εμένα άτομα από άλλες γειτονιές, δεν μπορώ να το καταλάβω.